- θαλάσσιο περιβάλλον
- Το μεγαλύτερο σε έκταση και όγκο φυσικό περιβάλλον που υπάρχει στη Γη. Υπερτερεί του χερσαίου περιβάλλοντος όχι μόνο ως προς την έκταση (οι θάλασσες έχουν δυόμισι φορές μεγαλύτερη έκταση από την ξηρά) αλλά και ως προς το πάχος τη βιόσφαιρας, δηλαδή του χώρου στον οποίο μπορούν να ζήσουν φυσιολογικά οι οργανισμοί. Τα περισσότερα ζώα και τα φυτά της ξηράς ζουν σε μια ζώνη που ξεκινά από λίγα εκατοστά του μέτρου κάτω από την επιφάνεια του εδάφους και φτάνει μέχρι λίγες δεκάδες μέτρα πάνω από αυτό, δηλαδή μέχρι τις κορυφές των υψηλότερων δέντρων (τα πουλιά που μπορούν να πετούν σε μεγάλο ύψος δεν ζουν μόνιμα εκεί ούτε αναπαράγονται). Αντίθετα, ολόκληρη η μάζα των 1.370.000.000 κ. χλμ. που αποτελούν τις θάλασσες, κατοικείται από έμβια όντα, από την επιφάνεια του νερού μέχρι τα 11.000 μ., που είναι το μέγιστο βάθος των ωκεανών.
Όσον αφορά τα χημικά χαρακτηριστικά του θ.π., το θαλασσινό νερό έχει πολύπλοκη αλλά σταθερή σύνθεση και το pΗ του κυμαίνεται από 7,5 μέχρι 8,4. Κάτι που δεν έχει ακόμα ερμηνευτεί με απόλυτη ακρίβεια, παρά τις υποθέσεις που κατά καιρούς διατυπώθηκαν (θεωρία της επίδρασης των βασαλτικών μαζών), είναι η μεγάλη περιεκτικότητά του σε άλατα και κυρίως στο κοινό αλάτι, το χλωριούχο νάτριο, που απουσιάζει στις λίμνες. Η παρουσία του νατρίου δεν δημιουργεί προβληματισμούς, καθώς το συγκεκριμένο στοιχείο είναι πολύ κοινό στον φλοιό της Γης. Από την άλλη, δεν είναι εύκολο να ερμηνευτεί η αφθονία του χλωρίου. Η αλμυρότητα των θαλασσών κυμαίνεται σε αρκετά ευρεία κλίμακα. Στις κλειστές και μικρού γεωγραφικού πλάτους θάλασσες, όπως η Ερυθρά και η Μεσόγειος, η αναλογία του άλατος στα επιφανειακά νερά μπορεί να φτάσει τα 40‰ (σαράντα μέρη στα χίλια), ενώ στις βόρειες θάλασσες, που δεν υφίστανται μεγάλη εξάτμιση, περιορίζεται σε σημαντικό βαθμό. Στον Εύξεινο Πόντο, για παράδειγμα, που είναι κλειστός και δέχεται τα νερά μεγάλων ποταμών, η αναλογία είναι 18‰ και στην ψυχρή Βαλτική ακόμα μικρότερη (7,5‰).
Από την άποψη των φυσικών ιδιοτήτων, η θερμοκρασία της επιφάνειας των θαλασσών κυμαίνεται από 0 μέχρι 30°C, ανάλογα με το γεωγραφικό πλάτος και τις τοπικές συνθήκες. Κύρια πηγή θέρμανσης των θαλάσσιων μαζών αποτελεί η ηλιακή ακτινοβολία και κύρια πηγή ψύξης, η εξάτμιση. Δεν είναι ασήμαντος ο ρόλος της εσωτερικής θερμικής ακτινοβολίας της Γης και των ψυχρών ανέμων που πνέουν στην επιφάνεια· όμως, η συνολική συμμετοχή τους στη διαμόρφωση της θερμοκρασίας των ωκεανών θεωρείται αμελητέα σε σχέση με την ηλιακή ακτινοβολία και την εξάτμιση. Ωστόσο, γενικότερα οι μεταβολές της θερμοκρασίας στη θάλασσα είναι πιο αργές και λιγότερο έντονες απ’ ό,τι στη στεριά, λόγω της μεγάλης ειδικής θερμότητας του νερού. Γι’ αυτό άλλωστε οι ωκεανοί θεωρούνται βασικοί ρυθμιστές του κλίματος ολόκληρης της Γης. Ιδιαίτερη σημασία, από οικολογική άποψη, έχει η παρουσία του φωτός σε διάφορα βάθη, γιατί χωρίς το φως δεν υπάρχουν φυτά που φωτοσυνθέτουν και παράγουν τροφή. Το βάθος στο οποίο φτάνει η ηλιακή ακτινοβολία εξαρτάται από τη διαύγεια, δηλαδή την καθαρότητα του νερού που διαφέρει από τόπο σε τόπο. Γενικά όμως όριο θεωρείται το βάθος των 200 μ. (ευφωτική ζώνη), αν και, κατά κανόνα, σε βάθος 100 μ. η ένταση της ηλιακής ακτινοβολίας περιορίζεται ήδη στο 1% της αρχικής. Ωστόσο, το πρόβλημα δεν είναι μόνο ποσοτικό αλλά και ποιοτικό, καθώς τα διάφορα μήκη φωτός φτάνουν σε διαφορετικά βάθη. Μεγάλη σημασία για τους οργανισμούς έχει επίσης το ιξώδες (το πυκνόρευστο) του θαλασσινού νερού στις διάφορες περιοχές, αφού το μεγάλο ιξώδες διευκολύνει την πλευστότητά τους. Τα ψυχρά πολικά νερά έχουν μέχρι και διπλάσιο ιξώδες από τα θερμά τροπικά, γεγονός που επηρεάζει άμεσα την πανίδα τους.
Χλωρίδα. Στη θάλασσα ζουν χιλιάδες είδη φυτών, των οποίων ο ρόλος δεν είναι τόσο σημαντικός όσο των φυτών του χερσαίου περιβάλλοντος, καθώς η διείσδυση του φωτός σε μεγάλο βάθος είναι ανέφικτη. Η σημασία τους αυξάνεται μόνο στα ανώτερα στρώματα της θάλασσας, στα οποία τα φύκη συντηρούν με την παρουσία τους χιλιάδες μορφές ζωής όπως και στην ξηρά. Φυτρώνουν μάλιστα σε επίπεδα, καθένα από τα οποία φιλοξενεί είδη που μπορούν να φωτοσυνθέσουν σε διαφορετικό μήκος κύματος, καθώς το φως απορροφάται επιλεκτικά στα διάφορα βάθη των ωκεανών. Σημαντικός παράγοντας για την παραγωγή οξυγόνου είναι το φυτοπλαγκτόν, μια τεράστια μάζα μικροσκοπικών φυτικών οργανισμών που αναπαράγονται με ταχύτατους ρυθμούς, φωτοσυνθέτουν και συντηρούν την αλυσίδα της ζωής. Αποτελούν τροφή για τα μικροσκοπικά ζώα τα οποία ανήκουν στο ζωοπλαγκτόν και αυτά με τη σειρά τους τρέφουν μικρά αλλά και γιγάντια θαλάσσια ζώα. Ενδεικτικά, το μεγαλύτερο ψάρι, ο φαλαινοκαρχαρίας (φτάνει τα 18 μ.), και το μεγαλύτερο θαλάσσιο θηλαστικό, η γαλάζια φάλαινα (φτάνει τα 35 μ.), τρέφονται με πλαγκτόν.
Πανίδα. Η ποικιλία των ζωικών θαλάσσιων οργανισμών είναι πολύ μεγάλη, καθώς σε αυτή συμμετέχουν όλες οι συνομοταξίες των ζώων εκτός από τα ονυχοφόρα, τα μυριάποδα και τα αμφίβια. Η ξηρά υπερέχει σε αριθμό ειδών, αλλά σε αυτή ζουν τα εκατοντάδες χιλιάδες είδη των εντόμων που δεν κατάφεραν να προσαρμοστούν στο θ.π. Η οριζόντια (κατά γεωγραφικό πλάτος) και κάθετη (κατά το βάθος) κατανομή των ζώων του θ.π. εξαρτάται από πολλούς παράγοντες. Σε γενικές γραμμές, τα πολικά νερά είναι πλούσια σε αντιπροσώπους (αριθμό ατόμων) και λιγότερο πλούσια σε ποικιλία ειδών. Αντίθετα, τα τροπικά νερά φιλοξενούν πάρα πολλά είδη, αλλά μικρότερους πληθυσμού ανά είδος.
Οικολογία. Ο ευρύτερος χώρος της θαλάσσιας μάζας μπορεί να χωριστεί σε δύο μικρότερα περιβάλλοντα, τον βυθό και το πέλαγος, καθένα από τα οποία διαθέτει τη δική του χλωρίδα και πανίδα. Η χλωρίδα (αν υπάρχει) και η πανίδα του βυθού ονομάζονται βένθος, ενώ στο πέλαγος ζουν περισσότεροι οργανισμοί, οι οποίοι χωρίζονται σε πλαγκτόν, νηκτόν και νευστόν. Πλαγκτόν ονομάζονται οι οργανισμοί των οποίων η ικανότητα μετακίνησης με τα δικά τους μέσα είναι μικρότερη από την κινητικότητα που τους επιβάλλουν οι κινήσεις του νερού της θάλασσας. Γι’ αυτό πλανώνται ανεξάρτητα από τη θέλησή τους. Στη δεύτερη κατηγορία ανήκουν οργανισμοί που διαθέτουν κολυμβητική ικανότητα μεγαλύτερη από την κινητικότητα του θαλάσσιου νερού (ψάρια κλπ.), ενώ στην τελευταία ανήκουν ζώα και φυτά που ζουν στην επιφανειακή στιβάδα του νερού (επινευστόν) ή λίγο κάτω από αυτή (υπονευστόν). Η ποικιλία των θαλάσσιων οικοσυστημάτων είναι πολύ μεγάλη, γιατί οι επιμέρους συνθήκες που επικρατούν στο θ.π. (θερμοκρασία, αλατότητα, διαύγεια ύδατος κλπ.) παρουσιάζουν έντονες τοπικές διαφοροποιήσεις. Γι’ αυτό είναι πρακτικά αδύνατο να ταξινομηθούν με ακριβή και γενικά αποδεκτό τρόπο. Έτσι, η καλύτερη μέθοδος προσέγγισής τους είναι η μελέτη δύο ομάδων οικοσυστημάτων, που απέχουν μεταξύ τους όχι μόνο γεωγραφικά αλλά και οικολογικά, δηλαδή των πολικών και των τροπικών.
Οι πολικές θάλασσες χαρακτηρίζονται από εξαιρετικά χαμηλότερη μέση θερμοκρασία συγκριτικά με τις τροπικές (κυρίως μικρότερη των 5°C) και είναι πολύ φτωχές σε χλωρίδα, γιατί ο πάγος εμποδίζει την ανάπτυξη των φυτών. Σε γενικές γραμμές όμως είναι πιο πλούσιες σε αλιεύματα από ό,τι οι τροπικές, αφενός μεν γιατί η ζώνη της μέγιστης παραγωγής βρίσκεται κοντά στην επιφάνεια, εφετέρου διότι φιλοξενούν μεγάλα κοπάδια ψαριών, τα οποία έλκονται από το πλαγκτόν που μεταφέρουν τα θαλάσσια ρεύματα τη μακρά καλοκαιρινή περίοδο· την περίοδο αυτή η ποσότητα των πλαγκτονικών οργανισμών είναι τόσο μεγάλη που προσελκύει ακόμα και γιγάντιους οργανισμούς όπως οι φάλαινες.
Οι τροπικές θάλασσες χαρακτηρίζονται από μέση ετήσια θερμοκρασία περίπου 25°C, η οποία διευκολύνει την ταχύτατη ανάπτυξη και την ωρίμανση των οργανισμών, άρα και τον ταχύτερο πολλαπλασιασμό τους. Η ποικιλία όμως του περιβάλλοντος και η μεγαλύτερη συχνότητα των μεταλλάξεων δεν οδηγούν σε μεγαλύτερο αριθμό αντιπροσώπων ανά είδος, αλλά σε μεγαλύτερη ποικιλία ειδών, γεγονός που εξηγεί γιατί τα συγκεκριμένα νερά δεν είναι τόσο πλούσια σε αλιεύματα όσο τα ψυχρά. Άλλωστε, σε αυτό το περιβάλλον η μεγαλύτερη παραγωγή απέχει από την επιφάνεια που ενδιαφέρει τους ψαράδες. Τα πλουσιότερα οικοσυστήματα των τροπικών νερών είναι τα οικοσυστήματα των κοραλλιών που αποτελούνται από μια ευρύτατη ποικιλία φυτικών και ζωικών οργανισμών.
Τα οικοσυστήματα των τροπικών νερών είναι πλουσιότερα σε χλωρίδα και σε πανίδα σε σχέση με τα αντίστοιχα συστήματα των πολικών θαλασσών (φωτ. ΑΠΕ).
Η ρύπανση των θαλασσών είναι ένα από τα μέγιστα περιβαλλοντικά προβλήματα που κληροδότησε ο 20ός αι. στην ανθρωπότητα· στη φωτογραφία, άσκηση καταπολέμησης της ρύπανσης στη θάλασσα του Ασπροπύργου (φωτ. ΑΠΕ)
Μικρή χελώνη στο Κέντρο Διάσωσης Θαλάσσιας Χελώνας (φωτ. ΑΠΕ).
Οι πολικές θάλασσες είναι φτωχές σε χλωρίδα γιατί ο πάγος εμποδίζει την ανάπτυξη των φυτών· στη φωτογραφία, παγόβουνο στην θάλασσα της Ανταρκτικής (φωτ. ΑΠΕ)
Dictionary of Greek. 2013.